- τετάρτου
- τέταρτοςfourthmasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Σουδάν — Κράτος της Βόρειας Αφρικής. Συνορεύει στα Β με την Αίγυπτο και τη Λιβύη, στα Δ με το Τσαντ και την Κεντροαφρικάνικη Δημοκρατία, στα Ν με το Κόνγκο, την Ουγκάντα και την Κένυα και στα Α με την Αιθιοπία και την Ερυθραία, ενώ το ΒΑ τμήμα της… … Dictionary of Greek
Octoechos — This article is about the Byzantine musical system of eight modes. For the book of liturgical texts set to those modes, see Octoechos (liturgy). Oktōēchos (here transcribed Octoechos ; Greek: Ὀκτώηχος, from ὀκτώ eight + ἦχος sound, mode called… … Wikipedia
σελήνη — (Αστρον.). Ο μοναδικός φυσικός δορυφόρος της Γης. Τα γενικά γνωρίσματα του ήταν γνωστά από την αρχαιότητα στους αστρονόμους, τα γεωλογικά όμως και φυσικά χαρακτηριστικά του μόλις τώρα αρχίζουν να αποκαλύπτονται με τα στοιχεία που πρόσφεραν οι… … Dictionary of Greek
αλλαγή — Μεταβολή, μετατροπή. Λέγεται επίσης ανταλλαγή (σε είδη εμπορίου, κινητά ή ακίνητα πράγματα)· η αντικατάσταση φρουράς, ο καθαρισμός και επίδεση πληγής. Στα αρχαία ελληνικά α. σήμαινε το κέρδος του αργυραμοιβού από την ανταλλαγή νομισμάτων. Επίσης … Dictionary of Greek
τομή — Η ενέργεια και το αποτέλεσμα του τέμνω (= κόβω). Στη μετρική ο όρος τ. δηλώνει τον χωρισμό μεταξύ δύο λέξεων που χρησιμεύει ως όριο μεταξύ δύο μετρικών μελών και που πραγματοποιείται φωνικά ως παύση στην εκφώνηση του στίχου. Στην κλασική μετρική … Dictionary of Greek
υαίμοσχος — (hyaemoschus). Γένος αρτιοδάκτυλων θηλαστικών της οικογένειας των Τραγουλιδών. Το γένος αυτό εκπροσωπείται από ένα μόνο είδος τον υ. τον υδρόβιο. Πρόκειται για θηλαστικό με μακρόστενο σώμα μήκους 1,10 μ. περίπου και ύψους 0,40 εκ. Το τρίχωμά του… … Dictionary of Greek
Quarter note — A quarter note (American) or crotchet (British) is a note played for one quarter of the duration of a whole note (or semibreve). Often people will say that a crotchet is one beat, however, this is not always correct, as the beat is indicated by… … Wikipedia
Cappadocian Greek language — Infobox Language name=Cappadocian region=Greece, originally Cappadocia (Central Turkey) speakers=very few, previously thought to be extinct familycolor=Indo European fam2=Greek fam3=Attic iso2=ine|iso3=cpgCappadocian, also known as Cappadocian… … Wikipedia
Каппадокийский язык — Распространение греческого языка в поздневизантийский период XII XV веков. Золотым цветом изображено поздневизантийское койне будущая основа новогреческого языка, оранжевым … Википедия
CANARIUS Annus — Plinio, Κυνικὸς ενιαυτὸς Graecis, alias Η῾λιακὸς Θεοῦ ενιαυτὸς et Τέταρτος, dictus est, Aegyptiorum olim annus, quod eum a Canis ortu auspicarentur. Columella, l. 3. c. 6. Nec tamen ultra quadriennium talis extenditur inquisitio, id enim tempus… … Hofmann J. Lexicon universale